Ένα ενδιαφέρον άρθρο της Emilie Lanez: «L’expérience tragique du gourou de “la théorie du genre» που δημοσιεύτηκε στο «Le Point» (η ελληνική μετάφραση στο blogspot Δημοφάντης: «ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ»: Η θριαμβευτική επιστροφή του Μένγκελε και του σκοταδισμού) έρχεται να αποδομήσει τη θεωρία του φύλου, αποκαλύπτοντας τις αρχικές εμπνεύσεις που οδήγησαν στη θεωρία αυτή και κατηγορώντας τους αρχικούς «γκουρού» της θεωρίας ως αυθαίρετους και απατεώνες.
Οι «σπουδές φύλου – gender studies» είναι ένα από τα πλέον σύγχρονα ιδεολογικά ρεύματα που προήλθε από τους κόλπους του φεμινισμού και έχουν αναπτυχθεί στις αγγλοσαξονικές χώρες, κυρίως στη Βρετανία και στις ΗΠΑ. Η θεωρία αυτή βασίστηκε στην διάκριση: «βιολογικό φύλο’/‘κοινωνικό φύλο» (sex/gender). Το «βιολογικό φύλο» θεωρήθηκε ως το υπόβαθρο επί του οποίου δημιουργήθηκε μέσα από κοινωνικές επεμβάσεις και διεργασίες το «κοινωνικό φύλο». Με τη διάκριση αυτή οι φεμινίστριες επιχείρησαν να ερμηνεύσουν το γεγονός της γυναικείας υποτίμησης αλλά και του πολύ συγκεκριμένου ρόλου, όχι ως αποτέλεσμα μιας φυσικής επιλογής («biology is destiny»), αλλά ως αποτέλεσμα κοινωνικών και πολιτισμικών πρακτικών που διαμόρφωναν τη μορφή της ταυτότητας της «γυναίκας». Δηλαδή ότι η αντικειμενική φυσική διαφορά οδηγεί στη διαμόρφωση ταυτοτήτων ένεκα της κοινωνικής εκπαιδευτικής και πολιτισμικής λειτουργίας. Μια από τις σημαντικές φεμινίστριες που συνέβαλαν σε αυτή τη θεώρηση ήταν η Gayle Rubin, η οποία στο άρθρο της «The Traffic in Women» υποστήριζε ότι η έμφυλη ταυτότητα παράγεται από συγκεκριμένες διεργασίες που εκπονεί ο ίδιος ο άνθρωπος: «Κάθε κοινωνική οργάνωση, έχει ένα “σύστημα βιολογικού/κοινωνικού φύλου”, μια σειρά δηλαδή από κανονιστικές αντιλήψεις, διαδικασίες και πρακτικές μέσω των οποίων το “βιολογικό φύλο” και το ωμό υλικό της ανθρώπινης αναπαραγωγής μετασχηματίζεται και διαμορφώνεται μέσω της ανθρώπινης παρέμβασης σε κοινωνικό προϊόν.»
Η τομή στις «σπουδές φύλου» θα γίνει με την Αμερικανίδας Judith Butler και το βιβλίο της «Gender Trouble» (Μπελάδες του φύλου). Η Butler θεωρούσε ότι η αντικειμενική διαφορά βιολογικού και κοινωνικού φύλου δεν υπάρχει. Αμφισβητούσε την έως τώρα παραδοχή ότι ανεξάρτητα από την πολιτισμική διεργασία η ύπαρξη ‘βιολογικού φύλου’ είναι αντικειμενική, όπως και αντικειμενική είναι η δημιουργία του «κοινωνικού φύλου», ως αποτέλεσμα της παιδαγωγικής κοινωνικής λειτουργίας επί του «βιολογικού φύλου». Αρνούμενη τη διαδοχικότητα των σταδίων: «βιολογικό φύλο, κοινωνικό φύλο και σεξουαλική επιθυμία», αποκόπτει ριζικά την έμφυλη ταυτότητα από τη βιολογική πραγματικότητα.
Υποστήριξε ότι το αρσενικό και το θηλυκό είναι εξ ολοκλήρου κοινωνικές κατασκευές. Ότι δηλαδή ότι οι κατηγορίες Άντρας και Γυναίκα, είναι κατασκευασμένες και ότι αποτελεί πλάνη το γεγονός ότι οι κοινωνίες μας τις δέχονται ως δεδομένες. Σύμφωνα με την Butler, η αντιστοίχιση του «βιολογικού» στο «κοινωνικό» φύλο, δηλαδή η έμφυλη ταυτότητα «άνδρας-γυναίκα» είναι αφύσικη. Άρα δεν έχει καμιά σημασία το σώμα (ανδρικό ή γυναικείο) στην έμφυλη ταυτότητα. Τα πάντα είναι ζήτημα πολιτισμικής ερμηνείας και εξουσιαστικής λειτουργίας. Η «ενσώματη ζωή», δηλαδή εάν ένα σώμα είναι τελικά άνδρας ή γυναίκα, είναι ένα υλικό φαινόμενο αντίστοιχο με τα όσα παράγει καθημερινά η κοινωνία. Χαρακτηριστικά είναι τα όσα μεταφέρθηκαν στο δημόσιο χώρο από την πρόσφατη ομιλία της στο «Μέγαρον Μουσικής» προσκαλεσμένη από τον ημέτερον Δουζίνα: «Στην ομιλία της “Σώματα που έχουν ακόμη σημασία”, η Τζούντιθ Μπάτλερ, αντλώντας από τη φεμινιστική θεωρία, κατέδειξε πώς διαφορετικές εννοιολογήσεις του σώματος μπορούν να συμβάλουν στην κατανόηση σύγχρονων επειγόντων ερωτημάτων που αφορούν την οικονομική βία, τον ρατσισμό, τη νεοφιλελεύθερη πολιτική, αλλά και τις αντιστάσεις που αναδύονται μέσα από συνθήκες οδύνης. Με αυτήν ακριβώς την ευθύνη της αντίστασης σχετίζεται το ερώτημα του ποια σώματα έχουν σημασία, ή έχουν ακόμη σημασία, όπως είπε χθες. Ενα ερώτημα που αφορά την ενσώματη ζωή, την επισφάλεια, την αναγνώριση και την πολιτική ευθύνη για μια διαφορετική, ριζοσπαστικά δημοκρατική οργάνωση του κόσμου».
Η Emilie Lanez υποστηρίζει ότι η ιδέα περί διαμόρφωσης της σεξουαλικής συμπεριφοράς ανεξάρτητα από τη σωματική πραγματικότητα ανήκε στον Τζον Μάνεϊ, ένα Νεοζηλανδό (αγγλοσάξονα) γιατρό ειδικευμένου στον ερμαφροδιτισμό στο Πανεπιστήμιο Τζων Χόπκινς. Ο Μάνεϊ προσπάθησε να αποδείξει ότι το βιολογικό φύλο είναι μια απάτη, μια αυθαιρεσία από την οποία θα μας απαλλάξει η εκπαίδευση. Το αποδεικτικό υλικό το «βρήκε» μελετώντας δίδυμα αγοράκια, το ένα εκ των οποίων οι γονείς το μεγάλωσαν εξ ολοκλήρου ως κοριτσάκι για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της καταστροφής του πέους από ιατρικό λάθος. Τελικά, όπως θα διαβάσετε στο άρθρο, το πείραμα οδηγήθηκε σε αποτυχία, χωρίς όμως οι εμπνευστές του να το ομολογήσουν ποτέ. Οι ταυτοτικές μεταπτώσεις που δημιουργήθηκαν από τις άνωθεν πολιτισμικές παρεμβάσεις που αγνοούσαν το «βιολογικό φύλο», αποσταθεροποίησαν τα αγόρια, με αποτέλεσμα την αυτοκτονία και των δύο αδελφών.
Του Βλάση Αγτζίδη
Comments